Έχω ένα πρόβλημα, δεν είμαι το πρόβλημα.
Η φράση «έχω ένα πρόβλημα, δεν είμαι το πρόβλημα» αποτελεί μια βαθύτερη αρχή στη σύγχρονη ψυχοθεραπεία ή τουλάχιστον θα έπρεπε. Σκοπός αυτής της διατύπωσης είναι να λειτουργήσει απελευθερωτικά, απενοχοποιητικά και να ενισχύσει την θεραπευτική διεργασία σε πολλά επίπεδα. Με τη φράση αυτή ξεκινάμε μια θεραπευτική σχέση, ιδιαίτερα όταν το άνθρωπος κατακλύζεται από αισθήματα ενοχής και μέμφεται τον εαυτό του σε υπαρξιακό επίπεδο. Με την ιδέα αυτή, ανοίγεται ένας θεραπευτικός διάλογος γεμάτος νοήματα και λειτουργίες. Υπάρχουν κι εναλλακτικές διατυπώσεις όπως «έχω μια διαταραχή, δεν είμαι η διαταραχή» ή «δεν είμαι διαταραγμένος», «έχω διπολική διαταραχή, δεν είμαι διπολικός», «έχω κατάθλιψη, δεν είμαι η κατάθλιψη» με το ίδιο ακριβώς περιεχόμενο.
Η ζωή ιδωμένη ως πρόβλημα.
Οι άνθρωποι που αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα στην ψυχική τους υγεία, προβλήματα σε μεγάλη ένταση και διάρκεια, με σταθερές συνέπειες στην προσωπική, κοινωνική και επαγγελματικής τους ζωή, συχνά αφομοιώνονται σε έναν φαύλο κύκλο ενοχής, εσωστρέφειας και αυτό-λογοκρισίας. Ο στιγματισμός, ο φόβος και η συμβολική εξουσία μιας “ψυχιατρικής διάγνωσης”, διαμορφώνουν ένα εντελώς αντιπαραγωγικό πλαίσιο εντός του οποίου ταυτίζονται με το πρόβλημα που βιώνουν και θεωρούν τον εαυτό τους «προβληματικό». Ακόμη χειρότερα, η αίσθηση αυτή διαμορφώνει την πεποίθηση ότι δεν μπορούν να βρουν λύση. Το στίγμα, η ενοχή και ο φόβος ωστόσο, είναι τα συστατικά στοιχεία ενός προβλήματος και όχι συνέπειές του. Το πρόβλημα δεν είναι τα ίδια τα προβλήματα της ζωής αλλά ο τρόπος που τα αντιμετωπίζουμε.
Αποστασιοποίηση: Γίνομαι μέρος της λύσης και όχι του προβλήματος.
Όταν κάποιος ταυτιστεί με το πρόβλημά του, αφομοιώνεται από αυτό. Δηλαδή βλέπει τη ζωή και τον εαυτό του μέσα από το πρίσμα μιας διάγνωσης. Έτσι, κάποιος που θεωρεί τον εαυτό του «καταθλιπτικό» βλέπει παντού μια κατάθλιψη, ακόμη και στη φυσιολογική απογοήτευση λόγω μιας επαγγελματικής αποτυχίας. Έτσι, ,ια θλίψη, μια φυσιολογική αντίδραση σε ένα δυσάρεστο γεγονός πυροδοτεί άμεσα τον φόβο για την «ασθένεια». Τα συναισθήματα ποινικοποιούνται και γίνονται ο μόνιμος αντίπαλος – “εγώ φταίω που νιώθω έτσι επειδή είμαι καταθλιπτικός-. Όμως, διαχωρίζοντας αρχικά το πρόβλημα από το πρόσωπο, επιτυγχάνεται ο απαραίτητος βαθμός αποστασιοποίησης που θα επιτρέψει την αντικειμενοποίησή του. Αυτό οδηγεί στην πλατύτερη και βαθύτερη κατανόησή του και ταυτόχρονα μας επιτρέπει να δούμε πτυχές της προσωπικότητάς κάθε ανθρώπου που δεν είναι καθόλου προβληματικές, αντίθετα είναι τα θετικά εκείνα στοιχεία του που θα αξιοποιήσουμε για να υπερβούμε τη δυσκολία. «Δεν είμαι το πρόβλημα» σημαίνει δίνω στον εαυτό μου το δικαίωμα στην αλλαγή, το δικαίωμα στην έκφραση όλων των πτυχών της προσωπικότητάς του.
Απενοχοποίηση: Αποδέχομαι τον εαυτό μου, μιλώ αυθεντικά για όσα βιώνω.
Η ταύτιση του προβλήματος με το πρόσωπο που το αντιμετωπίζει προκαλεί άμεσα ενοχές, καθώς αναγάγει την αιτία όσων βιώνει ή προκαλεί στους άλλους, στον ίδιο μας τον εαυτό. Το μόνιμο αίσθημα ενοχής και η πεποίθηση ότι «η αιτία βρίσκεται μέσα μου», «έτσι γεννήθηκα», διαστρεβλώνουν την εικόνα για τον εαυτό μας, γκρεμίζουν την αυτό-εκτίμηση και προκαλούν σοβαρό πλήγμα στο αίσθημα ελέγχου που έχουμε για την ίδια μας τη ζωή. Με αυτές τις εσωτερικές συνθήκες φόβου και ενοχής, ένας άνθρωπος οδηγείται στην εσωστρέφεια και αποφεύγει να εκφράζει όσα βιώνει καθώς είναι πεπεισμένος ότι όλοι θα τον κρίνουν. Ο μηχανισμός που ενεργοποιείται για να αντιμετωπιστεί η ενοχή που δεν τη χωρά ο νους, είναι φυσικά η άρνηση του προβλήματος. Κάτι που μπορεί να μας στερήσει το ίδιο το αίτημα για θεραπεία και ανακούφιση. Η απενοχοποίηση αντίθετα λειτουργεί απελευθερωτικά. Όταν απελευθερώνομαι από το βάρος αυτό, μπορώ και μιλώ ανοιχτά για όσα βιώνω χωρίς φόβο, χωρίς να λογοκρίνω ψυχαναγκαστικά τον εαυτό μου, χωρίς να θεωρώ αντίπαλο τα συναισθήματα και τις σκέψεις μου. Η απενοχοποίηση επομένως επιτρέπει το αυθεντικό μοίρασμα σκέψεων και συναισθημάτων που είναι συστατικό στοιχείου του θεραπευτικού διαλόγου.
Προσοχή στον εγωκεντρισμό.
Προσοχή ωστόσο, στην εποχή μας επικρατεί μια τάση για εγωκεντρισμό και εύκολες απαντήσεις στα προβλήματα. Η πίστη ότι είμαι το πρόβλημα είναι η μία πλευρά, και η πίστη ότι δεν φταίω ποτέ για τίποτε είναι η άλλη πλευρά του ίδιου φαινομένου. Ο εαυτός τοποθετείται στο κέντρο του κόσμου και απορρίπτεται κάθε σχέση με τους άλλους. Χρειάζεται μια ισορροπία χωρίς υπερβολές προς τη μία ή την άλλη κατεύθυνση. Αισθάνομαι υπεύθυνος στον βαθμό που αυτό δεν με καταβάλλει αλλά μου δίνει το δικαίωμα να αποδεχτώ όσα βιώνω, να γνωρίσω με αυθεντικότητα τον εαυτό μου και να εμπλακώ ενεργά στην επίλυση του προβλήματος χωρίς ηττοπάθεια, φόβο ή αυτό-λογοκρισία. Βεβαίως, η φράση «έχω ένα πρόβλημα, δεν είμαι το πρόβλημα» από μόνη της δεν μπορεί να επιφέρει άμεσες, γραμμικές αλλαγές στην σκέψη και την συμπεριφορά μας. Δεν μπορεί μια σκέψη ή η δύναμη του «μυαλού» να οδηγήσει σε εύκολες λύσεις.
Η ψυχοθεραπεία ως αναζήτηση της αλήθειας
Στην σχέση με τον θεραπευτή μας, ο διάλογος και η συνολική θεραπευτική πράξη που ενσωματώνει αυτή την αρχή, αξιοποιεί θετικά όλες τις πλευρές μιας προσωπικότητας και εν τέλει οδηγεί σε μια νέα θέαση της ζωής, μια νέα σχέση με τον εαυτό μας πέρα από το πρίσμα της διάγνωσης.